βιο-
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- βιο- < βίος
Πρόθημα
επεξεργασία
βιο- και βιό-
- πρώτο συνθετικό λέξεων που έχουν σχέση με τη ζωή και τα έμβια όντα
- πρώτο συνθετικό λέξεων που έχουν σχέση με τη ζωή ενός ανθρώπου
- πρώτο συνθετικό λέξεων που έχουν σχέση με τη χρήση φυσικών μεθόδων παραγωγής