βιβλιοκρισία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- βιβλιοκρισία < βιβλιοκρι(τικός) + -σία. Μορφολογικά αναλύεται σε βιβλιο- + κρίσ(η) + -ία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαβιβλιοκρισία θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασία- βιβλιοκριτική
- βιβλιοκριτικός
- → δείτε τις λέξεις βιβλίο και κρίνω