Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βαθύχρωμος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Αντώνυμα
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
βαθύχρωμ
ος
η
βαθύχρωμ
η
το
βαθύχρωμ
ο
γενική
του
βαθύχρωμ
ου
της
βαθύχρωμ
ης
του
βαθύχρωμ
ου
αιτιατική
τον
βαθύχρωμ
ο
τη
βαθύχρωμ
η
το
βαθύχρωμ
ο
κλητική
βαθύχρωμ
ε
βαθύχρωμ
η
βαθύχρωμ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
βαθύχρωμ
οι
οι
βαθύχρωμ
ες
τα
βαθύχρωμ
α
γενική
των
βαθύχρωμ
ων
των
βαθύχρωμ
ων
των
βαθύχρωμ
ων
αιτιατική
τους
βαθύχρωμ
ους
τις
βαθύχρωμ
ες
τα
βαθύχρωμ
α
κλητική
βαθύχρωμ
οι
βαθύχρωμ
ες
βαθύχρωμ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
βαθύχρωμος
<
βαθυ-
+
χρώμα
+
-ος
Επίθετο
επεξεργασία
βαθύχρωμος, -η, -ο
που έχει
βαθύ
χρώμα
,
σκούρο
χρώμα
Συνώνυμα
επεξεργασία
σκοτεινός
σκοτεινόχρωμος
σκούρος
σκουρόχρωμος
Αντώνυμα
επεξεργασία
ανοιχτόχρωμος
ξεβαμμένος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
βαθύχρωμος
αρχαία ελληνικά
:
βαθύχροος
,
βαθύχρους
αγγλικά
:
deep-coloured
(en)