αἰθεροπόρος
Ετυμολογία
επεξεργασία- αἰθεροπόρος < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή αἰθεροπόρος
Επίθετο
επεξεργασίααἰθεροπόρος
- που πορεύεται στους αιθέρες
- ※ 12ος αιώνας ⌘ Μανασσῆς, Κωνσταντῖνος, Compendium chronicum @catholiclibrary.org
- ὁ δὲ Φωκᾶς ὁ βασιλεὺς οὐ κατειδὼς τὰς πάγας καὶ τὰς βροχίδας τῶν βουλῶν τῶν ὑπορυσσομένων ὡς ἀετὸς ἐφέρετο πτεροῖς αἰθεροπόροις, καὶ κούφως ἠλαφρίζετο πρὸς ἀρετῆς ἀέρα.
- ※ 12ος αιώνας ⌘ Μανασσῆς, Κωνσταντῖνος, Compendium chronicum @catholiclibrary.org
Πηγές
επεξεργασία- σελ.122, Τόμος 1 - Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
- αἰθεροπόρος - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
- αἰθεροπόρος σελ.112 - ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία. (συντομογραφίες & συγγραφέων)
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||
→ γένη | αρσενικό & θηλυκό | ουδέτερο | ||||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ/ἡ | αἰθεροπόρος | τὸ | αἰθεροπόρον | ||
γενική | τοῦ/τῆς | αἰθεροπόρου | τοῦ | αἰθεροπόρου | ||
δοτική | τῷ/τῇ | αἰθεροπόρῳ | τῷ | αἰθεροπόρῳ | ||
αιτιατική | τὸν/τὴν | αἰθεροπόρον | τὸ | αἰθεροπόρον | ||
κλητική ὦ! | αἰθεροπόρε | αἰθεροπόρον | ||||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
ονομαστική | οἱ/αἱ | αἰθεροπόροι | τὰ | αἰθεροπόρᾰ | ||
γενική | τῶν | αἰθεροπόρων | τῶν | αἰθεροπόρων | ||
δοτική | τοῖς/ταῖς | αἰθεροπόροις | τοῖς | αἰθεροπόροις | ||
αιτιατική | τοὺς/τὰς | αἰθεροπόρους | τὰ | αἰθεροπόρᾰ | ||
κλητική ὦ! | αἰθεροπόροι | αἰθεροπόρᾰ | ||||
δυϊκός | ||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | αἰθεροπόρω | τὼ | αἰθεροπόρω | ||
γεν-δοτ | τοῖν | αἰθεροπόροιν | τοῖν | αἰθεροπόροιν | ||
2η κλίση, Κατηγορία 'δύσκολος' όπως «τοξοβόλος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- αἰθεροπόρος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίααἰθεροπόρος, -ος, -ον (ελληνιστική κοινή)
- που κατευθύνεται προς τους αιθέρες
- ※ 4ος/5ος κε αιώνας ⌘ Κύριλλος Α΄ Αλεξανδρείας, Oratio in ascensionem domini, @catholiclibrary.org
- Τίς ἀπὸ γῆς εἰς οὐρανοὺς ἀνέρχεται; Ἐδὼμ γὰρ ἑρμηνεύεται γῆ. Τίς, φασίν, ὁ τέμνων τὰς αἰθεροπόρους πύλας;
- ※ 4ος/5ος κε αιώνας ⌘ Κύριλλος Α΄ Αλεξανδρείας, Oratio in ascensionem domini, @catholiclibrary.org
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)