Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αφηγηματικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
αφηγητικός
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αφηγηματικ
ός
η
αφηγηματικ
ή
το
αφηγηματικ
ό
γενική
του
αφηγηματικ
ού
της
αφηγηματικ
ής
του
αφηγηματικ
ού
αιτιατική
τον
αφηγηματικ
ό
την
αφηγηματικ
ή
το
αφηγηματικ
ό
κλητική
αφηγηματικ
έ
αφηγηματικ
ή
αφηγηματικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αφηγηματικ
οί
οι
αφηγηματικ
ές
τα
αφηγηματικ
ά
γενική
των
αφηγηματικ
ών
των
αφηγηματικ
ών
των
αφηγηματικ
ών
αιτιατική
τους
αφηγηματικ
ούς
τις
αφηγηματικ
ές
τα
αφηγηματικ
ά
κλητική
αφηγηματικ
οί
αφηγηματικ
ές
αφηγηματικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αφηγηματικός
< (
ελληνιστική κοινή
)
ἀφηγηματικός
<
αρχαία ελληνική
ἀφηγοῦμαι
Επίθετο
επεξεργασία
αφηγηματικός, -ή, -ό
σχετικός
με την
αφήγηση
αφηγηματικός
λόγος,
αφηγηματικός
χρόνος,
αφηγηματικά
είδη
Συγγενικά
επεξεργασία
αφηγηματικά
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αφηγηματικός
αγγλικά
:
narrative
(en)
γαλλικά
:
narratif
(fr)