• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αυτοεκτίμηση

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Άλλες μορφές
      • 1.2.2 Συνώνυμα
      • 1.2.3 Δείτε επίσης
      • 1.2.4 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αυτοεκτίμηση οι αυτοεκτιμήσεις
      γενική της αυτοεκτίμησης* των αυτοεκτιμήσεων
    αιτιατική την αυτοεκτίμηση τις αυτοεκτιμήσεις
     κλητική αυτοεκτίμηση αυτοεκτιμήσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, αυτοεκτιμήσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
αυτοεκτίμηση < αυτο- + εκτίμηση ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική self-esteem)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αυτοεκτίμηση θηλυκό

  • (νεολογισμός) (ψυχολογία) η εκτίμηση που έχει κάποιος για τον εαυτό του

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • αυτεκτίμηση

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • αυτοσεβασμός
  • αυτοσυναίσθημα

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • αυτοεικόνα
  • αυτοαντίληψη

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    αυτοεκτίμηση
  • αγγλικά : self-esteem (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αυτοεκτίμηση&oldid=6738033"
Τελευταία επεξεργασία στις 25 Ιουνίου 2024, στις 07:41

Γλώσσες

    • English
    • Türkçe
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 25 Ιουνίου 2024, στις 07:41.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας