Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αυτοδιόριστος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αυτοδιόριστ
ος
η
αυτοδιόριστ
η
το
αυτοδιόριστ
ο
γενική
του
αυτοδιόριστ
ου
της
αυτοδιόριστ
ης
του
αυτοδιόριστ
ου
αιτιατική
τον
αυτοδιόριστ
ο
την
αυτοδιόριστ
η
το
αυτοδιόριστ
ο
κλητική
αυτοδιόριστ
ε
αυτοδιόριστ
η
αυτοδιόριστ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αυτοδιόριστ
οι
οι
αυτοδιόριστ
ες
τα
αυτοδιόριστ
α
γενική
των
αυτοδιόριστ
ων
των
αυτοδιόριστ
ων
των
αυτοδιόριστ
ων
αιτιατική
τους
αυτοδιόριστ
ους
τις
αυτοδιόριστ
ες
τα
αυτοδιόριστ
α
κλητική
αυτοδιόριστ
οι
αυτοδιόριστ
ες
αυτοδιόριστ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αυτοδιόριστος
<
αυτοδιορίζομαι
+
-τος
Επίθετο
επεξεργασία
αυτοδιόριστος, -η, -ο
που
διόρισε
τον
εαυτό
του
Άλλες μορφές
επεξεργασία
αυτοδιορισμένος
αυτοδιορισθείς
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αυτοδιόριστος
→
δείτε
τη λέξη
αυτοδιορισμένος