ατοιχογράφητος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ατοιχογράφητος < α- + τοιχογραφώ + -τος
Επίθετο επεξεργασία
ατοιχογράφητος, -η, -ο
- που δεν έχει τοιχογραφηθεί
Αντώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τις λέξεις τοιχογραφία, τοίχος και γράφω
Μεταφράσεις επεξεργασία
ατοιχογράφητος
|