Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ασπούδαχτος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ασπούδαχτ
ος
η
ασπούδαχτ
η
το
ασπούδαχτ
ο
γενική
του
ασπούδαχτ
ου
της
ασπούδαχτ
ης
του
ασπούδαχτ
ου
αιτιατική
τον
ασπούδαχτ
ο
την
ασπούδαχτ
η
το
ασπούδαχτ
ο
κλητική
ασπούδαχτ
ε
ασπούδαχτ
η
ασπούδαχτ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ασπούδαχτ
οι
οι
ασπούδαχτ
ες
τα
ασπούδαχτ
α
γενική
των
ασπούδαχτ
ων
των
ασπούδαχτ
ων
των
ασπούδαχτ
ων
αιτιατική
τους
ασπούδαχτ
ους
τις
ασπούδαχτ
ες
τα
ασπούδαχτ
α
κλητική
ασπούδαχτ
οι
ασπούδαχτ
ες
ασπούδαχτ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ασπούδαχτος
<
α-
+
σπουδάζω
+
-τος
Επίθετο
επεξεργασία
ασπούδαχτος
άλλη μορφή
του
ασπούδαστος
Συγγενικά
επεξεργασία
ασπούδαχτα
→
δείτε
τη λέξη
σπουδάζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ασπούδαχτος
→
δείτε
τη λέξη
ασπούδαστος