αρχοντοχωριάτικος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αρχοντοχωριάτικος < αρχοντοχωριάτ(ης) + -ικος
Επίθετο επεξεργασία
αρχοντοχωριάτικος
- που έχει σχέση με αρχοντοχωριάτη, ανήκει ή αναφέρεται σ' αυτόν
Συγγενικά επεξεργασία
- αρχοντοχωριάτικα
- → δείτε τις λέξεις αρχοντοχωριάτης, άρχοντας, χωριάτης και χωριό
Μεταφράσεις επεξεργασία
αρχοντοχωριάτικος
|
Πηγές επεξεργασία
- αρχοντοχωριάτικος - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας