• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

αρθρωτός

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

  Η σελίδα αυτή χρειάζεται επέκταση. Βοηθήστε το Βικιλεξικό επεκτείνοντάς την!
πτώση ενικός
ονομαστική αρθρωτός αρθρωτή αρθρωτό
γενική αρθρωτού αρθρωτής αρθρωτού
αιτιατική αρθρωτό αρθρωτή αρθρωτό
κλητική αρθρωτέ αρθρωτή αρθρωτό
πτώση πληθυντικός
ονομαστική αρθρωτοί αρθρωτές αρθρωτά
γενική αρθρωτών αρθρωτών αρθρωτών
αιτιατική αρθρωτούς αρθρωτές αρθρωτά
κλητική αρθρωτοί αρθρωτές αρθρωτά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

αρθρωτός < → λείπει η ετυμολογία

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

αρθρωτός

  • που αποτελείται από περισσότερα του ενός τμήματα που αρθρώνονται μεταξύ τους

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    αρθρωτός
  • αγγλικά : articulate (en), articulated (en), modular (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αρθρωτός&oldid=4100346"
Τελευταία επεξεργασία στις 26 Σεπτεμβρίου 2019, στις 07:04

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 26 Σεπτεμβρίου 2019, στις 07:04.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie