Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αποσυντονισμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αποσυντονισμέν
ος
η
αποσυντονισμέν
η
το
αποσυντονισμέν
ο
γενική
του
αποσυντονισμέν
ου
της
αποσυντονισμέν
ης
του
αποσυντονισμέν
ου
αιτιατική
τον
αποσυντονισμέν
ο
την
αποσυντονισμέν
η
το
αποσυντονισμέν
ο
κλητική
αποσυντονισμέν
ε
αποσυντονισμέν
η
αποσυντονισμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αποσυντονισμέν
οι
οι
αποσυντονισμέν
ες
τα
αποσυντονισμέν
α
γενική
των
αποσυντονισμέν
ων
των
αποσυντονισμέν
ων
των
αποσυντονισμέν
ων
αιτιατική
τους
αποσυντονισμέν
ους
τις
αποσυντονισμέν
ες
τα
αποσυντονισμέν
α
κλητική
αποσυντονισμέν
οι
αποσυντονισμέν
ες
αποσυντονισμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
αποσυντονισμένος
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
του ρήματος
αποσυντονίζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αποσυντονισμένος
αγγλικά
:
out of step
(en)
,
out of phase
(en)