αποκεντρωμένος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.po.cen.dɾoˈme.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐πο‐κε‐ντρω‐μέ‐νος
Μετοχή
επεξεργασίααποκεντρωμένος, -η, -ο
- μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος αποκεντρώνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία αποκεντρωμένος
|