↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αποθορυβοποίηση οι αποθορυβοποιήσεις
      γενική της αποθορυβοποίησης των αποθορυβοποιήσεων
    αιτιατική την αποθορυβοποίηση τις αποθορυβοποιήσεις
     κλητική αποθορυβοποίηση αποθορυβοποιήσεις
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις.
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αποθορυβοποίηση < απο- + θόρυβ(ος) + -ο- + -ποίηση, απόδοση για την αγγλική noise reduction

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

αποθορυβοποίηση θηλυκό

Σημειώσεις

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία