↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ανωδομή οι ανωδομές
      γενική της ανωδομής των ανωδομών
    αιτιατική την ανωδομή τις ανωδομές
     κλητική ανωδομή ανωδομές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ανωδομή < άνω + δομή ((μεταφραστικό δάνειο) γαλλικά superstructure)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ανωδομή θηλυκό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία