Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αντινεφικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αντινεφικ
ός
η
αντινεφικ
ή
το
αντινεφικ
ό
γενική
του
αντινεφικ
ού
της
αντινεφικ
ής
του
αντινεφικ
ού
αιτιατική
τον
αντινεφικ
ό
την
αντινεφικ
ή
το
αντινεφικ
ό
κλητική
αντινεφικ
έ
αντινεφικ
ή
αντινεφικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αντινεφικ
οί
οι
αντινεφικ
ές
τα
αντινεφικ
ά
γενική
των
αντινεφικ
ών
των
αντινεφικ
ών
των
αντινεφικ
ών
αιτιατική
τους
αντινεφικ
ούς
τις
αντινεφικ
ές
τα
αντινεφικ
ά
κλητική
αντινεφικ
οί
αντινεφικ
ές
αντινεφικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αντινεφικός
<
αντί
+
νεφικός
Επίθετο
επεξεργασία
αντινεφικός, -ή, -ό
που συμβάλλει στην
καταπολέμηση
ή
διάλυση
του
νέφους
ή των
σύννεφων
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
νέφος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αντινεφικός
αγγλικά
:
antismog
(en)