αντικαταναλωτικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αντικαταναλωτικός < αντικαταναλωτισμός + -ικός
Επίθετο
επεξεργασίααντικαταναλωτικός
- που έχει σχέση με τον αντικαταναλωτισμό ή αναφέρεται σ’ αυτόν
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τις λέξεις αντί και καταναλώνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία αντικαταναλωτικός
|