Δείτε επίσης: ἀντήλιος
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αντήλιος η αντήλια το αντήλιο
      γενική του αντήλιου της αντήλιας του αντήλιου
    αιτιατική τον αντήλιο την αντήλια το αντήλιο
     κλητική αντήλιε αντήλια αντήλιο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αντήλιοι οι αντήλιες τα αντήλια
      γενική των αντήλιων των αντήλιων των αντήλιων
    αιτιατική τους αντήλιους τις αντήλιες τα αντήλια
     κλητική αντήλιοι αντήλιες αντήλια
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αντήλιος < αρχαία ελληνική ἀντήλιος

  Επίθετο

επεξεργασία

αντήλιος, -α, -ο

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία