Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ανιστορικός η ανιστορική το ανιστορικό
      γενική του ανιστορικού της ανιστορικής του ανιστορικού
    αιτιατική τον ανιστορικό την ανιστορική το ανιστορικό
     κλητική ανιστορικέ ανιστορική ανιστορικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ανιστορικοί οι ανιστορικές τα ανιστορικά
      γενική των ανιστορικών των ανιστορικών των ανιστορικών
    αιτιατική τους ανιστορικούς τις ανιστορικές τα ανιστορικά
     κλητική ανιστορικοί ανιστορικές ανιστορικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

ανιστορικός < αν- + ιστορικός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική unhistorical)

  Επίθετο επεξεργασία

ανιστορικός

Αντώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία