• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

ανενόχλητος

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

πτώση ενικός
ονομαστική ανενόχλητος ανενόχλητη ανενόχλητο
γενική ανενόχλητου ανενόχλητης ανενόχλητου
αιτιατική ανενόχλητο ανενόχλητη ανενόχλητο
κλητική ανενόχλητε ανενόχλητη ανενόχλητο
πτώση πληθυντικός
ονομαστική ανενόχλητοι ανενόχλητες ανενόχλητα
γενική ανενόχλητων ανενόχλητων ανενόχλητων
αιτιατική ανενόχλητους ανενόχλητες ανενόχλητα
κλητική ανενόχλητοι ανενόχλητες ανενόχλητα

  Ετυμολογία Επεξεργασία

ανενόχλητος < α στερητικό και ενοχλώ

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

ανενόχλητος

  • που δεν τον ενοχλεί κανείς ενώ θα έπρεπε ή και που σωστά τον αφήνουν στη ησυχία του
  • θέλω να συγκεντρωθώ ανενόχλητος στο διάβασμά μου
  • οι δράστες έδρασαν ανενόχλητοι

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ανενόχλητος
  • αγγλικά : undisturbed (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ανενόχλητος&oldid=3445519"
Τελευταία επεξεργασία στις 14 Οκτωβρίου 2014, στις 19:54

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 14 Οκτωβρίου 2014, στις 19:54.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie