• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ανατολιστής

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικά
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ανατολιστής οι ανατολιστές
      γενική του ανατολιστή των ανατολιστών
    αιτιατική τον ανατολιστή τους ανατολιστές
     κλητική ανατολιστή ανατολιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ανατολιστής < Ανατολή + -ιστής (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική orientaliste)

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.na.to.liˈstis/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ανατολιστής αρσενικό (θηλυκό: ανατολίστρια)

  • αυτός που έχει ειδικευτεί στη μελέτη των ανατολικών λαών, της γλώσσας τους, της ιστορίας τους, των εθίμων τους κ.λπ.

Συγγενικά

επεξεργασία
  • ανατολίστρια
  • → δείτε τη λέξη ανατολή

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ανατολιστής
  • αγγλικά : orientalist (en)
  • γαλλικά : orientaliste (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ανατολιστής&oldid=5626595"
Τελευταία επεξεργασία στις 12 Νοεμβρίου 2022, στις 02:01

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 12 Νοεμβρίου 2022, στις 02:01. Page was rendered with Parsoid.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας