αναζητημένος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αναζητημένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου αναζητώ
Μετοχή επεξεργασία
αναζητημένος, -η, -ο
- → δείτε τη λέξη αναζητώ
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αναζητημένος
|