αμελώδητος
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- αμελώδητος < ελληνιστική κοινή ἀμελῴδητος
ΕπίθετοΕπεξεργασία
ΑντώνυμαΕπεξεργασία
Επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη μελωδός
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
αμελώδητος
- ↑ «αμελώδητος» - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό Λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ αμελώδητος - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)