• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

αλπικός

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

πτώση ενικός
ονομαστική αλπικός αλπική αλπικό
γενική αλπικού αλπικής αλπικού
αιτιατική αλπικό αλπική αλπικό
κλητική αλπικέ αλπική αλπικό
πτώση πληθυντικός
ονομαστική αλπικοί αλπικές αλπικά
γενική αλπικών αλπικών αλπικών
αιτιατική αλπικούς αλπικές αλπικά
κλητική αλπικοί αλπικές αλπικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

αλπικός < ελληνιστική κοινή Ἄλπεις + -ικός

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

αλπικός, -ή, -ό

  1. των Άλπεων
  2. που έχει σχέση με τα βουνά

ΣυνώνυμαΕπεξεργασία

  • άλπειος
  • αλπινικός

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη Άλπεις

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    αλπικός
  • αγγλικά : Alpine (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αλπικός&oldid=4899821"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Δεκεμβρίου 2020, στις 21:08

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Δεκεμβρίου 2020, στις 21:08.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie