• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αλπακά

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Άλλες μορφές
      • 1.2.2 Συγγενικά
      • 1.2.3 Δείτε επίσης
      • 1.2.4 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αλπακά οι αλπακές
      γενική της αλπακάς των αλπακών
    αιτιατική την αλπακά τις αλπακές
     κλητική αλπακά αλπακές
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
άσπρη και μαύρη αλπακά

Ετυμολογία

επεξεργασία
αλπακά < (άμεσο δάνειο) γαλλική alpaca < ισπανική alpaca < αϊμάρα allpaqa

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αλπακά θηλυκό

  1. (θηλαστικό ζώο) λάμα
    ≈ συνώνυμα: αιγοκάμηλος, προβατοκάμηλος
  2. (ενδυμασία) είδος υφάσματος από το δέρμα του ζώου αλπακά
    άλλες μορφές: αλπακάς

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • αλπάκα

Συγγενικά

επεξεργασία
  • αλπακαδένιος
  • αλπακάς

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • αλπακά στη Βικιπαίδεια Λήμμα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    αλπακά
  • αγγλικά : alpaca (en)(1,2)
  • γερμανικά : Alpaka (de)(1)
  • ρουμανικά : alpaca (ro)(1,2)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αλπακά&oldid=5628965"
Τελευταία επεξεργασία στις 13 Νοεμβρίου 2022, στις 22:20

Γλώσσες

    • English
    • Română
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 13 Νοεμβρίου 2022, στις 22:20.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας