Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ακουαμαρίνα οι ακουαμαρίνες
      γενική της ακουαμαρίνας των ακουαμαρίνων
    αιτιατική την ακουαμαρίνα τις ακουαμαρίνες
     κλητική ακουαμαρίνα ακουαμαρίνες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 

  Ετυμολογία επεξεργασία

ακουαμαρίνα < μεταφορά του λατινικού ονοματικού συνόλου aqua marina : θαλασσινό νερό

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ακουαμαρίνα θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία