Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ακονιστήρι τα ακονιστήρια
      γενική του ακονιστηριού των ακονιστηριών
    αιτιατική το ακονιστήρι τα ακονιστήρια
     κλητική ακονιστήρι ακονιστήρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
ένα ακονιστήρι

  Ετυμολογία επεξεργασία

ακονιστήρι < (ακονίζω) ακονισ- + -τήρι

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.ko.niˈsti.ɾi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐κο‐νι‐στή‐ρι
 
Ακονιστήρι μαχαιριών.

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ακονιστήρι ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία