ακαταστασικός
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαακαταστασικός
- (επιστήμη υπολογιστών) για σύστημα, υπηρεσία ή πρωτόκολλο στο οποίο η παρούσα κατάσταση δεν έχει σχέση ή επίγνωση (είναι ανεξάρτητη) της προηγούμενης
- ⮡ ακαταστασικό πρωτόκολλο πελάτη-εξυπηρετητή