Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ακαβούρντιστος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Συνώνυμα
1.2.3
Αντώνυμα
1.2.4
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ακαβούρντιστ
ος
η
ακαβούρντιστ
η
το
ακαβούρντιστ
ο
γενική
του
ακαβούρντιστ
ου
της
ακαβούρντιστ
ης
του
ακαβούρντιστ
ου
αιτιατική
τον
ακαβούρντιστ
ο
την
ακαβούρντιστ
η
το
ακαβούρντιστ
ο
κλητική
ακαβούρντιστ
ε
ακαβούρντιστ
η
ακαβούρντιστ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ακαβούρντιστ
οι
οι
ακαβούρντιστ
ες
τα
ακαβούρντιστ
α
γενική
των
ακαβούρντιστ
ων
των
ακαβούρντιστ
ων
των
ακαβούρντιστ
ων
αιτιατική
τους
ακαβούρντιστ
ους
τις
ακαβούρντιστ
ες
τα
ακαβούρντιστ
α
κλητική
ακαβούρντιστ
οι
ακαβούρντιστ
ες
ακαβούρντιστ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ακαβούρντιστος
<
α-
+
καβουρντίζω
+
-τος
Επίθετο
επεξεργασία
ακαβούρντιστος, -η, -ο
που δεν έχει
καβουρντιστεί
Άλλες μορφές
επεξεργασία
ακαβούρδιστος
Συνώνυμα
επεξεργασία
άφρυκτος
Αντώνυμα
επεξεργασία
καβουρντισμένος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ακαβούρντιστος
αγγλικά
:
unroasted
(en)