αβγόσχημος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /aˈvɣo.sçi.mos/
Επίθετο
επεξεργασίααβγόσχημος, -η, -ο
Σημειώσεις
επεξεργασία- Για τη γραφή με δίφθογγο αυ → δείτε την ετυμολογία στο λήμμα αβγό
Συνώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- αχλαδόσχημος
- δακρύσχημος
- καρδιόσχημος
- σταυρόσχημος
- και → δείτε τη λέξη σχήμα
Μεταφράσεις
επεξεργασία→ δείτε τη λέξη ωοειδής