Στουραΐτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /stuˈɾai.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Στου‐ραΐ‐της
Ετυμολογία 1
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΣτουραΐτης αρσενικό (θηλυκό Στουραΐτισσα)
- (πατριδωνυμικό) αυτός που κατάγεται από τα Στύρα Εύβοιας ή κατοικεί εκεί
Συγγενικά
επεξεργασία- Στύρα
- Στουραΐτης (επώνυμο)
Μεταφράσεις
επεξεργασία Στουραΐτης
|
Ετυμολογία 2
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Στουραΐτης | οι | Στουραΐτηδες |
γενική | του | Στουραΐτη* | των | Στουραΐτηδων |
αιτιατική | τον | Στουραΐτη | τους | Στουραΐτηδες |
κλητική | Στουραΐτη | Στουραΐτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Στουραΐτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Στουραΐτης < πατριδωνυμικό Στουραΐτης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣτουραΐτης αρσενικό (θηλυκό Στουραΐτη ή Στουραΐτου)
Μεταγραφές
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Γεώργιος Κ. Γιαννάκης (επιμ.), Ο γλωσσικός χάρτης της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας κατά την αρχαιότητα, Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2015. σελ. 202