Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Σέσι τα Σέσια
      γενική του Σεσιού των Σεσιών
    αιτιατική το Σέσι τα Σέσια
     κλητική Σέσι Σέσια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σέσι < (άμεσο δάνειο) αλβανική shesh (πλάτωμα, ίσιωμα) + • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈse.si/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σέ‐σι

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σέσι ουδέτερο

  1. οικισμός της Αττικής
  2. μικρή κοιλάδα στον Υμηττό[1]

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  1. Νίκος Νέζης, Τοπωνυμικά της Αττικής, Αθήνα: Ανάβαση, 2013, σελ. 319