Δείτε επίσης: ορθολίθι

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Ορθολίθι τα Ορθολίθια
      γενική του Ορθολιθιού
Ορθολιθίου
των Ορθολιθιών
Ορθολιθίων
    αιτιατική το Ορθολίθι τα Ορθολίθια
     κλητική Ορθολίθι Ορθολίθια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Οι δεύτεροι τύποι της γενικής, λόγιοι, παλιότεροι.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «καράτι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ορθολίθι < ορθολίθι

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /oɾ.θoˈli.θi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ορ‐θο‐λί‐θι

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ορθολίθι

  1. βουνό της Ελλάδας στην Αργολίδα
  2. νησίδα της Ελλάδας στην Κέρκυρα
  3. οικισμός της Αχαΐας
  4. (οικισμός) πρώην ονομασία της Δρυόπης Τροιζηνίας[1]

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. ΦΕΚ Α 390, 16 Δεκεμβρίου 1933