Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Μπιζάνι τα Μπιζάνια
      γενική του Μπιζανίου των Μπιζανίων
    αιτιατική το Μπιζάνι τα Μπιζάνια
     κλητική Μπιζάνι Μπιζάνια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Μπιζάνι < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /biˈza.ni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μπι‐ζά‐νι
ομόηχο: Μπιζάνη

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Μπιζάνι ουδέτερο

  1. χωριό των Ιωαννίνων, γνωστό για τη μάχη που έλαβε χώρα εκεί στον Α' Βαλκανικό Πόλεμο
  2. (παρωχημένο) χωριό της Εύβοιας, πρώην ονομασία του Παραδεισίου[1]
    (άλλη μορφή) Μπεζάνοι

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. ΦΕΚ Α 188, 19 Αυγούστου. 1954 (λήψη αρχείου PDF)