Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Μιχαίας < λατινική Michaeas < εβραϊκή מיכה (Mikah).

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Μιχαίας αρσενικό

  1. ένας από τους δώδεκα μικρούς προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης
  2. ένα από τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία