Δείτε επίσης: λεοντάρι
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Λεοντάρι τα Λεοντάρια
      γενική του Λεονταριού
& Λεονταρίου
των Λεονταριών
& Λεονταρίων
    αιτιατική το Λεοντάρι τα Λεοντάρια
     κλητική Λεοντάρι Λεοντάρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Οι δεύτεροι τύποι της γενικής, λόγιοι, παλιότεροι.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «καράτι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
Λεοντάρι < λείπει η ετυμολογία κατά το ουσιαστικό λεοντάριν (λεοντάρι)

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Λεοντάρι ουδέτερο

Παράγωγα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

 και δείτε τη λέξη λεοντάριν

Δείτε επίσης

επεξεργασία