Δείτε επίσης: Λεοντάρι
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το λεοντάρι τα λεοντάρια
      γενική του λεονταριού των λεονταριών
    αιτιατική το λεοντάρι τα λεοντάρια
     κλητική λεοντάρι λεοντάρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
λεοντάρι < λόγια επίδραση στο λιοντάρι[1] < ελληνιστική κοινή λεοντάριον υποκοριστικό < αρχαία ελληνική λέων

Ουσιαστικό

επεξεργασία

λεοντάρι ουδέτερο

  •  δείτε τη λέξη λιοντάρι
      Αυτός σαν λεοντάρι πολεμούσε με μερικούς πιστούς του, και δεν εννοούσε να παραδοθεί. (Πηνελόπη Δέλτα, Για την πατρίδα)

Παράγωγα

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία