Δείτε επίσης: κλάδος
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Κλάδος οἱ Κλάδοι
      γενική τοῦ Κλάδου τῶν Κλάδων
      δοτική τῷ Κλάδ τοῖς Κλάδοις
    αιτιατική τὸν Κλάδον τοὺς Κλάδους
     κλητική ! Κλάδε Κλάδοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Κλάδω
γεν-δοτ τοῖν  Κλάδοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κλάδος, -ου αρσενικό (ελληνιστική κοινή)