↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Καισαριανή οι Καισαριανές
      γενική της Καισαριανής των Καισαριανών
    αιτιατική την Καισαριανή τις Καισαριανές
     κλητική Καισαριανή Καισαριανές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Καισαριανή < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Καισαριανή[1] < το όνομα του ιδρυτή της μονής Καισάριος[2]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ce.saɾ.ʝaˈni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Και‐σα‐ρια‐νή

  Κύριο όνομα

επεξεργασία
 
Η θέση της Καισαριανής στην Αττική

Καισαριανή θηλυκό

  1. γυναικείο όνομα
  2. προάστιο της Αθήνας
    ※  Εἶμαι κλεισμένος σ’ ἕνα μικρὸ δωμάτιο / κι ἐπιμένω νὰ θυμᾶμαι / ἐκεῖνες τὶς φτωχογειτονιὲς στὴν Καισαριανὴ / ποῦ κάναμε βόλτες τὰ Σαββατόβραδα. (Νίκος Καμβύσης, Η ψευδαίσθηση, στο περιοδικό Νέα Εστία τχ. 1480 (1 Μαρτίου 1989), τόμ. 125, σελ. 307)

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Κώστας Η. Μπίρης (³2006), Αι τοπωνυμίαι της πόλεως και των περιχώρων των Αθηνών. Αθήνα: Υπουργείο Πολιτισμού-Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων, ISBN 978-960-214-445-9 (ψηφιακή ανατύπωση της πρώτης έκδοσης του 1971).
  2. Καιροφύλας, Γιάννης (1995). Τοπωνύμια της Αθήνας, του Πειραιά και των περιχώρων. Αθήνα: Φιλιππότης. ISBN 9789602950746.