• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

Γαστερόποδα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Κύριο όνομα
      • 1.2.1 Υπώνυμα
      • 1.2.2 Άλλες μορφές
      • 1.2.3 Δείτε επίσης
      • 1.2.4 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Γαστερόποδα
      γενική των Γαστερόποδων
    αιτιατική τα Γαστερόποδα
     κλητική Γαστερόποδα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
Γαστερόποδα < λόγιο ενδογενές δάνειο: νεολατινική gasteropoda < αρχαία ελληνική γαστήρ + πούς

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Γαστερόποδα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό ((σπάνιο) στον ενικό: γαστερόποδο)

  • ταξινομικός όρος - ομοταξία:  μία από τις πέντε ομοταξίες της συνομοταξίας των μαλακίων

Υπώνυμα

επεξεργασία
  • σαλιγκάρι
  • γυμνοσάλιαγκας
  • πτερόποδο
  • λεπάδες
  • πεταλίδα
  • βούκινο

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • Γαστρόποδα

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • Γαστερόποδα στη Βικιπαίδεια Λήμμα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    Γαστερόποδα
  • αγγλικά : gastropod (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=Γαστερόποδα&oldid=5463260"
Τελευταία επεξεργασία στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 00:05

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 00:05.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας