Γαλαξίδι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Γαλαξίδι | τα | Γαλαξίδια |
γενική | του | Γαλαξιδίου | των | Γαλαξιδίων |
αιτιατική | το | Γαλαξίδι | τα | Γαλαξίδια |
κλητική | Γαλαξίδι | Γαλαξίδια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Γαλαξίδι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Γαλαξίδι < (ελληνιστική κοινή) γαλακτίς < αρχαία ελληνική γάλα < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *glakt-/*galakt-
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɣa.laˈksi.ði/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γα‐λα‐ξί‐δι
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΓαλαξίδι ουδέτερο
- παραλιακή πόλη της Φωκίδας με σημαντική ναυτική παράδοση
- ※ Το 1860 το Γαλαξίδι αριθμούσε πάνω από 300 πλοία, ενώ τη δεκαετία του 1870 ήταν το δεύτερο ναυτιλιακό κέντρο της Ελλάδας, με 130 οικογένειες καραβοκύρηδων, ναυπηγεία, αλληλοασφαλιστικές εταιρείες, τραπεζικά «καταστήματα» και κοσμοπολίτικο κλίμα.
- Βασιλική Κεράστα, Γαλαξίδι: Ναυτική πολιτεία, Η Καθημερινή, 10 Ιουνίου 2016
- ※ Το 1860 το Γαλαξίδι αριθμούσε πάνω από 300 πλοία, ενώ τη δεκαετία του 1870 ήταν το δεύτερο ναυτιλιακό κέντρο της Ελλάδας, με 130 οικογένειες καραβοκύρηδων, ναυπηγεία, αλληλοασφαλιστικές εταιρείες, τραπεζικά «καταστήματα» και κοσμοπολίτικο κλίμα.
Άλλες μορφές
επεξεργασία- Γαλαξείδι (παρωχημένη γραφή)
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Γαλαξίδι στη Βικιπαίδεια