Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Βεσσαραβία οι Βεσσαραβίες
      γενική της Βεσσαραβίας των Βεσσαραβιών
    αιτιατική τη Βεσσαραβία τις Βεσσαραβίες
     κλητική Βεσσαραβία Βεσσαραβίες
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Η θέση της Βεσσαραβίας στην Ευρώπη

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βεσσαραβία < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ve.sa.ɾaˈvi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βεσ‐σα‐ρα‐βί‐α

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βεσσαραβία θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία