Βασίλισσα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Βασίλισσα < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή Βασίλισσα < αρχαία ελληνική βασίλισσα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒασίλισσα θηλυκό
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Βασίλισσα
|
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | Βασίλισσᾰ | αἱ | Βασίλισσαι | ||||
γενική | τῆς | Βασιλίσσης | τῶν | Βασιλισσῶν | ||||
δοτική | τῇ | Βασιλίσσῃ | ταῖς | Βασιλίσσαις | ||||
αιτιατική | τὴν | Βασίλισσᾰν | τὰς | Βασιλίσσᾱς | ||||
κλητική ὦ! | Βασίλισσᾰ | Βασίλισσαι | ||||||
δυϊκός | ||||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Βασιλίσσᾱ | ||||||
γεν-δοτ | τοῖν | Βασιλίσσαιν | ||||||
1η κλίση, Κατηγορία 'θάλασσα' όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Βασίλισσα (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική βασίλισσα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒασίλισσα θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Βασίλισσα - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- Βασίλισσα - ΘΕΤΙΜΑ, Αρχαίες Ελληνικές Διάλεκτοι - Λεξικό κυρίων ονομάτων στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012