Βάρη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈva.ɾi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βά‐ρη
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Βάρη | ||
γενική | της | Βάρης | ||
αιτιατική | τη | Βάρη | ||
κλητική | Βάρη | |||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Βάρη < σύμφωνα με μερικούς αρβανίτικη προέλευση, ενώ σύμφωνα με άλλους ελληνική που σχετίζεται με την υγρασία.[1]• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα επεξεργασία
Βάρη θηλυκό, μόνο στον ενικό
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
- Βάρη < γενική ενικού του αρσενικού Βάρης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Βάρη θηλυκό
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Βάρη αρσενικό
- ↑ Χαράλαμπος Συμεωνίδης, Ετυμολογικό λεξικό των νεοελληνικών οικωνυμίων (Λευκωσία: Κέντρο Μελετών Ιεράς Μονής Κύκκου, 2010)