Ιωλκός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ιωλκός | οι | Ιωλκοί |
γενική | της | Ιωλκού | των | Ιωλκών |
αιτιατική | την | Ιωλκό | τις | Ιωλκούς |
κλητική | Ιωλκέ | Ιωλκοί | ||
Κατηγορία όπως «οδός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ιωλκός < αρχαία ελληνική Ἰωλκός
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ιωλκός θηλυκό
- αρχαία πόλη της Θεσσαλίας, κοντά στον σημερινό Βόλο
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Ιωλκός στη Βικιπαίδεια