Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
space spaces

space (en)

  1. (μη μετρήσιμο) το διάστημα, διαστημικός, ο χώρος πέρα από την ατμόσφαιρα της Γης
    ⮡  They launch satellites into space.
    Εξαπολύουν δορυφόρους στο διάστημα.
    ⮡  He is staring into space.
    Κοιτάζει στο διάστημα.
    ⮡  space suit - διαστημική στολή
     συνώνυμα: outer space
  2. (μετρήσιμο) το διάστημα, το διάκενο, μια περιοχή ή ένα μέρος που είναι άδειο
    ⮡  the space of a meter/kilometer - το διάστημα ενός μέτρου/χιλιομέτρου
    ⮡  I am filling the spaces between the stones with cement.
    Γεμίζω τα διάκενα στις πέτρες με τσιμέντο.
     συνώνυμα:  break, gap, interval, interspace και opening
  3. (μη μετρήσιμο) ο χώρος, μια ποσότητα μιας περιοχής ή ενός μέρους που είναι άδειο ή που είναι διαθέσιμο για χρήση
    ⮡  There is not enough space for 30 desks.
    Δεν υπάρχει αρκετός χώρος για 30 θρανία.
    ⮡  They cleared space on the platform for the speaker.
    Άνοιξαν χώρο στην εξέδρα για τον ομιλητή.
     συνώνυμα: room
  4. (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο) ο χώρος, μια μεγάλη έκταση γης που δεν έχει κτίρια πάνω της
    ⮡  I love open spaces.
    Αγαπώ τους ανοιχτούς χώρους.
     συνώνυμα: area
  5. (μετρήσιμο, συνήθως ενικός) το διάστημα, μια χρονική περίοδος
    ⮡  within a space of five minutes - μέσα σε διάστημα πέντε λεπτών
    ⮡  after a space of ten years - ύστερα από διάστημα δέκα χρόνων
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη period
  6. (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο, γραμματική) το διάστημα, το κενό, η απόσταση που χρησιμοποιούμε για να διαχωρίσουμε δύο λέξεις ή οποιοδήποτε μέρος μιας γραμμής, σελίδας ή εγγράφου που είναι κενό
    ⮡  the spaces between the words/lines - τα διαστήματα μεταξύ των λέξεων/των γραμμών
    ⮡  Leave a space for your name.
    Αφήστε ένα κενό για τ' όνομά σας.
    ⮡  Fill in the blanks with the correct words.
    Γεμίστε τα κενά με τις σωστές λέξεις.
  7. (μη μετρήσιμο, φυσική) ο χώρος, θεμελιώδης έννοια, ολόκληρη η περιοχή στην οποία υπάρχουν και κινούνται όλα τα πράγματα, παράλληλη με την έννοια του χρόνου
    ⮡  the concepts of space and time - οι έννοιες του χώρου και του χρόνου
    ⮡  the space-time relationship - η σχέση χώρου χρόνου

Πολυλεκτικοί όροι

επεξεργασία
ενεστώτας space
γ΄ ενικό ενεστώτα spaces
αόριστος spaced
παθητική μετοχή spaced
ενεργητική μετοχή spacing

space (en)