Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
room
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ουσιαστικό
1.1.1
Πολυλεκτικοί όροι
1.2
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
room
rooms
Ουσιαστικό
επεξεργασία
room
(en)
ο
χώρος
, ο κενός ή διαθέσιμος τόπος
↪
There is not enough
room
for 30 desks.
Δεν υπάρχει αρκετός
χώρος
για 30 θρανία.
≈
συνώνυμα
:
space
το
δωμάτιο
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασία
computer room
Πηγές
επεξεργασία
{{R:Stavropoulos 2008|983-984|χώρος