locus
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαlocus (en)
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαlocus (la) αρσενικό
Κλίση
επεξεργασίααριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | locus | locī |
γενική | locī | locōrum |
δοτική | locō | locīs |
αιτιατική | locum | locōs |
κλητική | loce | locī |
αφαιρετική | locō | locīs |
Και ετερογενές:
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | loca | |
γενική | locōrum | |
δοτική | locīs | |
αιτιατική | loca | |
κλητική | loca | |
αφαιρετική | locīs | |