Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
bitumen bitumena / bitumens

bitumen (en)

ενεστώτας bitumen
γ΄ ενικό ενεστώτα bitumens
αόριστος bitumened
παθητική μετοχή bitumened
ενεργητική μετοχή bitumening

bitumen (en)