a
Διεθνείς όροιΕπεξεργασία
ΣύμβολοΕπεξεργασία
a
- συντομογραφία του προθήματος μονάδας atto-
Διαγλωσσικοί όροιΕπεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- a < το πεζό γράμμα a του λατινικού αλφαβήτου
ΣύμβολοΕπεξεργασία
a
- (γράμμα) σε γραφές γλωσσών που χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- Appendix:Variations of "a" στο αγγλικό Βικιλεξικό παραλλαγές του λατινικού a και A
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
ΆρθροΕπεξεργασία
a (en)
- (αόριστο άρθρο) ένας, κάποιος, κανείς
- ↪ I saw a man/an owl - Είδα έναν άντρα/μια είδα μια κουκουβάγια
- ↪ Have an apple - Πάρε κάνα μήλο
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
ΠρόθεσηΕπεξεργασία
a (en)
- ανά, με χρονική ή επιμεριστική έννοια
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
ΣύμβολοΕπεξεργασία
a (en)
ΠηγέςΕπεξεργασία
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 411. ISBN 9780194325684., λήμμα: κανείς
Αζεριανά (az)Επεξεργασία
ΣύμβολοΕπεξεργασία
a
- (γράμμα) το πρώτο γράμμα του αζεριανού αλφάβητου
a
Αζεριανό αλφάβητο | ||||
---|---|---|---|---|
Αραβικό | Λατινικό | Κυριλικό | Λατινικό | IPA |
—1918 | 1918—-1939 | 1958—-1991 | 1991— | |
ﺍ | A а | A а | A а |
Λατινικά (la)Επεξεργασία
ΣύμβολοΕπεξεργασία
a (la) (νεολατινικά)
- (γράμμα) Το γράμμα a, εξέλιξη του κεφαλαίου A, είναι το πρώτο γράμμα και το πρώτο φωνήεν του λατινικού αλφαβήτου.
ΠρόθεσηΕπεξεργασία
ΣημειώσειςΕπεξεργασία
Ο τύπος ăb τίθεται πριν από λέξη που αρχίζει από σύμφωνο, φωνήεν και το δασύ h. Υπάρχει και ο τύπος ā, που τίθεται πριν από λέξεις που αρχίζουν από σύμφωνο καθώς και ο τύπος abs (σπάνιος), πριν από λέξεις που αρχίζουν από c, q, t. Συντάσσονται με αφαιρετική.
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- а (κυριλλικό)
Πολωνικά (pl)Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΣύμβολοΕπεξεργασία
a (pl) θηλυκό άκλιτο
ΣύνδεσμοςΕπεξεργασία
a (pl)
ΕπιφώνημαΕπεξεργασία
a! (pl)
- α!
Ρουμανικά (ro)Επεξεργασία
ΆρθροΕπεξεργασία
a (ro)